Εσύ.

Posted on June 20, 2017

Ολόκληρος ο ουρανός απάνω μου

έπεφτε και λύγιζε το σώμα.

Φράγμα τα μάτια μου εμπόδιζαν μια

θάλασσα από κύματα, κρυμμένη ,

έτοιμη να ξεχυθεί πάνω στα μαγουλά μου.

Ανεμοστρόβιλος που σήκωνε τα πάντα οι σκέψεις μου,

και άφηνε ρημάδια στο πέρασμα του.

Και ένιωθα μόνος, σαν να μην σήκωνε κάνεις το βλέμμα του απάνω μου.

Και δεν υπήρχε ούτε μισό περβάζι να μπω από κάτω να μην βρέχομαι.

Και ήσουν εσύ που μ’ειδες και ξάφνου,

ήλιος έγινε η βροχή.

Και αρχίσανε λουλούδια να ξεπηδούν από την καμένη γη των σκέψεων μου.

Πουλιά πολύχρωμα,

ιδέες κελαηδούσαν.

Και σχήματα άρχισαν να παίρνουνε τα δέντρα και να μου λένε τρόπους.

Και όλα δουλεύανε σαν καλοκουρδισμένο ρολόι χειροποίητο.

Και ήταν τρεις μέρες

Μέχρι να πιάσω με τα χέρια μου ξανά πηλό,

τον κόσμο γύρω μου να φτιάξω.

Και να γυρίζει ο τροχός και εγώ να δίνω σχήμα με τα ακροδάχτυλα μου,

μέχρι να φτάσω στο ιδανικό εκείνο σκεύος,

να το γεμίσω με νερό να πιεις να ξεδιψάσεις.

Εσύ, που φύτεψες λουλούδια σε καμένη γη.

 

[Ακούγοντας Max Richter – In the garden]